- συντομώτερον
- σύντομοςcut shortmasc acc comp sgσύντομοςcut shortneut nom/voc/acc comp sgσύντομοςcut shortadverbial
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αλληλογραφία — Η ανταπόκριση που γίνεται με την ανταλλαγή επιστολών ή εγγράφων· η επιστολογραφία. Η α. αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα μέσα επικοινωνίας και καλύπτει τη στοιχειώδη ανάγκη των ανθρώπων για αμοιβαία ενημέρωση και πληροφόρηση. Σε ό,τι αφορά την… … Dictionary of Greek
επιφραδέως — ἐπιφραδέως (Α) επίρρ. 1. με σύνεση, με φρόνηση, με περίσκεψη 2. επιμελώς, φροντισμένα 3. (συγκριτ.) ἐπιφραδέστερον (κατά τον Ησύχ.) «συντομώτερον, συνετώτερον». [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + φραδέως από θ. φραδ (πρβλ. πέ φραδ ον, φράζω), τ. που απαντά… … Dictionary of Greek
«ДА ИСПРАВИТСЯ МОЛИТВА МОЯ» — [греч. Κατευθυνθήτω [ἡ προσευχή μου]; слав. [ ], в старых изд. ], 2 й стих Пс 140 [LXX], используемый в христ. богослужении как самостоятельное песнопение. Пс 140, по содержанию связанный с межзаветной практикой совершения домашних молений во… … Православная энциклопедия